Σάββατο 26 Μαΐου 2012

Το τέλος ή το μνημόσυνο της μεταπολίτευσης;


Συχνά τον τελευταίο καιρό ακούμε να χρησιμοποιείται από τηλεοπτικούς κυρίως  πολιτικούς σχολιαστές το απλοϊκό –κατά την άποψή μας- σχήμα για το περίφημο «τέλος της μεταπολίτευσης».  Η φράση χρησιμοποιείται συνήθως, για να περιγράψει τη δύσκολη εκλογικά θέση, στην οποία βρίσκονται τα δύο μεγάλα κόμματα , που διαχειρίστηκαν την εξουσία από το 1974, δηλαδή το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και της ταύτισής τους με τις πολιτικές της λιτότητας και των μνημονίων. Παραδοσιακοί τους ψηφοφόροι τους γυρνάνε την πλάτη και μετακινούνται οριζόντια και μάλιστα σε  αντιστοιχία προς την ένταση των εκάστοτε οικονομικών μέτρων . Αυτό δημιουργεί την εικόνα ενός καταρρέοντος πολιτικού συστήματος, όπως το γνωρίσαμε, δηλαδή με την εναλλαγή δυο σχηματισμών –κεντροδεξιάς και κεντροαριστερής ροπής- στην εξουσία.
Ωστόσο, αν θέλουμε η ανάλυση μας να μη στέκεται μυωπικά μόνο στα ποσοστά των κομμάτων, νομίζω πως η χρήση της επίμαχης φράσης  «τέλος της μεταπολίτευσης» είναι φτωχή για να περιγράψει τη ριζοσπαστικοποίηση απο τη μια και τον αποπροσανατολισμό από την άλλη σημαντικών κομματιών της κοινωνίας, που συντελούνται αυτή τη στιγμή.  Για την ακρίβεια δεν είναι μόνο φτωχή αλλά και ετεροχρονισμένη, γιατί περιγράφει κάτι, που συντελέστηκε στη χώρα πριν 20 χρόνια.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με μια χρονική σειρά. Σαν μεταπολίτευση χαρακτηρίστηκε η εποχή μετά την πτώση της δικτατορίας των συνταγματαρχών το 1974 και το πέρασμα στην κοινοβουλευτική δημοκρατία. Η εποχή της μεταπολίτευσης είχε κατά την άποψη μας δύο κύρια χαρακτηριστικά: 1) Οι πολιτικοί χώροι εμφάνιζαν μεταξύ τους πιο άκαμπτες και σαφείς ιδεολογικές γραμμές. 2) Μέρος της κοινωνίας προερχόμενο από την Αριστερά (και όχι μόνο), που βγήκε από το περιθώριο της δικτατορίας και ολοένα μεγάλωνε, εξέφρασε την ανάγκη να ξεπεραστεί οριστικά το μετεμφυλιακό κράτος της Δεξιάς. Το πρώτο χαρακτηριστικό διευκόλυνε πολύ κόσμο να στραφεί προς τους κομματικούς και συνδικαλιστικούς σχηματισμούς, που διαμορφώνονταν τότε, και εν τέλει διευκόλυνε τη δημιουργία των δύο κομμάτων εξουσίας.  Το δεύτερο χαρακτηριστικό βοήθησε  να στηθεί ένα κοινωνικό κράτος χωρίς πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων. Η Ελλάδα της εποχής εκείνης υστερούσε σημαντικά σε καίριους τομείς του κοινωνικού κράτους, κάτι που η Ευρώπη είχε αρχίσει να κατακτά ήδη από τη μεταπολεμική περίοδο, όταν στην ψυχροπολεμική Ελλάδα οι απόγονοι του δωσιλογισμού αναλάμβαναν να χτίσουν τη  νέα εθνικοφροσύνη.
Μπορούμε να πούμε, λοιπόν, ότι το πρώιμο ΠΑΣΟΚ εξέφρασε το ριζοσπαστισμό της κοινωνίας της εποχής του (και εκεί εξαντλούνται οι όποιες ομοιότητες με το ΣΥΡΙΖΑ της εποχής μας), και δημιούργησε κακήν κακώς ένα στοιχειώδες κοινωνικό κράτος, αυτό, που απολαμβάναμε μέχρι σήμερα.  Η σταδιακή ατόνηση αυτού του ιδεολογικού φορτίου, δηλαδή του κοινωνικού ριζοσπαστισμού, και το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ δεν ολοκλήρωσε το μετασχηματισμό της κοινωνίας, έδωσαν το περιθώριο να αναπτυχθεί ένας πλατύς μικροαστισμός με το ΠΑΣΟΚ να μεταλλάσσεται στο όχημα προς μια εποχή ατομισμού, λαιφστάιλ μικρομεγαλισμού, μικροκομματικών συμφερόντων και εν τέλει προς  την πλήρη απαξίωση του κοινωνικού κράτους και των κατακτήσεών του.  Όλα αυτά βέβαια μέσα σε ένα αντίστοιχο διεθνές περιβάλλον, που εμφάνιζε τις ίδιες τάσεις.
Κομβικό σημείο σε αυτή τη διαδρομή αποτέλεσε η κατάρρευση των Σοβιετικών Δημοκρατιών.  Πολλοί άνθρωποι, που πίστεψαν σε ένα διαφορετικό, πιο δίκαιο κόσμο, κοίταξαν τρομαγμένοι πίσω από το σιδηρούν παραπέτασμα και έστρεψαν το κεφάλι απογοητευμένοι.  Στοχαστές μίλησαν για το «τέλος της Ιστορίας», για την οριστική επικράτηση του φιλελευθερισμού και την ήττα του σοσιαλισμού ως ασύμβατου με το ανθρώπινο είδος. Σε αυτό το περιβάλλον οι δυτικές δημοκρατίες έβαλαν στο φουλ τις μηχανές του νεοφιλελευθερισμού ακολουθώντας το παράδειγμα των προπατόρων Ρέιγκαν- Θάτσερ,  και οι αναβαπτισμένοι πλέον σοσιαλδημοκράτες αποδείχθηκαν πολύ πιο αποτελεσματικοί από τους δεξιούς στην εφαρμογή του νεοφιλελευθερισμού. Χαρακτηριστικό είναι ότι σε αυτή τη διαδικασία το ρεύμα του εκσυγχρονισμού έδωσε το ιδεολογικό προφίλ, που χρειαζόταν. Η παραγωγή πολιτικής από τους τεχνοκράτες είναι η ουσία της σκέψης των εκσυγχρονιστών, που πίστευαν ότι η πολιτική διαμάχη έληξε με την οριστική ήττα του σοσιαλισμού το ‘89, οπότε αυτό, που χρειάζονται οι κοινωνίες, είναι τεχνοκράτες πολιτικοί να βάλουν μια τάξη. Κάπου εκεί μπορούμε να πούμε πως το τέλος της μεταπολίτευσης στην Ελλάδα είχε ήδη συντελεστεί, αφού η κοινωνία είχε απωλέσει πια τα χαρακτηριστικά της μεταπολίτευσης, που περιγράψαμε παραπάνω. 
Τι μας έμεινε από αυτή την εποχή; 1) Κάποιες κοινωνικές δομές (κακοφτιαγμένες συχνά), που ο νεοφιλελευθερισμός σήμερα  προσπαθεί να καρπωθεί για να ξεπεράσει την κρίση του. 2) Μικροαστικές αντιλήψεις, που γιγαντώθηκαν στα μετέπειτα χρόνια της αποθέωσης του ατομισμού. Σε αυτές τις  μικροαστικές αντιλήψεις, που η δεξιά θεωρεί σύμφυτες με το συνδικαλισμό, στηρίζεται το ιδεολόγημα ακροδεξιάς προέλευσης, που στις μέρες μας έχει περάσει σαν αστικός μύθος και στο μεσαίο χώρο «περί ιδεολογικής ηγεμονίας της Αριστεράς»,  που δήθεν έφτασε τη χώρα στα τάρταρα.  Όμως η Αριστερά δεν είναι αυτό, είναι η υπεράσπιση των κοινωνικών δομών και το σπάσιμο του μικροαστισμού-ατομισμού προς όφελος του κοινού καλού. Και αυτή τη στιγμή η Αριστερά έχει μια σημαντική ευκαιρία να εκφράσει τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό του σήμερα, που θέλει να βάλει φρένο στις ανεξέλεγκτες αγορές, να υπερασπίσει τον άνθρωπο και το περιβάλλον από την κερδοσκοπία. Ο ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει τώρα αυτή τη διάθεση της κοινωνίας και είναι στο χέρι του να ολοκληρώσει αυτό, που ήδη έχει ξεκινήσει (με τις όποιες διεθνείς αγκυλώσεις), αλλιώς ούτε σ’ εμάς θα το συγχωρήσει η ιστορία....   

Δεν υπάρχουν σχόλια: